Ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι που βάζουν φωτιές και προξενούν τόσο μεγάλες συμφορές, θανάτους ανθρώπων και απερίγραπτη δυστυχία; Γιατί το κάνουν, ποια τα κίνητρα τους και ποια τα ψυχολογικά τους χαρακτηριστικά;
Το θέμα της ψυχολογίας των εμπρηστών έχει απασχολήσει τους ερευνητές παγκοσμίως. Πυρκαγιές από εμπρησμούς, γίνονται σε πολλές χώρες του κόσμου και η επιστημονική μελέτη των εμπρηστών μπορεί να προσφέρει πολλά.
Η κατανόηση των προσωπικοτήτων αυτών, του τρόπου με τον οποίο σκέπτονται και λειτουργούν και τα κοινά τους χαρακτηριστικά, θα μπορούσαν να βοηθήσουν στην καλύτερη αναγνώριση και εξουδετέρωση τους.
Ας δούμε μερικά από τα στοιχεία που μας προσφέρουν έρευνες που έγιναν στις Ηνωμένες Πολιτείες, στην Αυστραλία, στην Ισπανία και Πορτογαλία και άλλες χώρες, σχετικά με τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας και την ψυχολογία των εμπρηστών.
Υπολογίζεται ότι 30% των καταστρεπτικών πυρκαγιών που προκαλούνται από ανθρώπους, οφείλονται σε πράξεις εμπρησμού. Οι υπόλοιπες οφείλονται κυρίως σε πράξεις αμέλειας ανθρώπων όπως για παράδειγμα το πέταγμα ενός αναμμένου τσιγάρου ή το άναμμα μιας φωτιάς κάπου για συγκεκριμένο σκοπό η οποία ξεφεύγει του ελέγχου ή που δεν σβήνεται καλά.
Εσκεμμένα και ψύχραιμα, οι δράστες του εμπρησμού αρχίζουν τη φωτιά με στόχο αυτή να επεκταθεί. Μεταξύ των κινήτρων που ωθούν τους ανθρώπους αυτούς να προκαλέσουν πυρκαγιές, περιλαμβάνονται τα ακόλουθα:
|
Οι εμπρηστές που δρουν από εκδίκηση αισθάνονται ότι έχουν ανοικτούς λογαριασμούς και έντονες διαφωνίες με κάποιους ή με την κοινωνία γενικότερα. Ο θυμός είναι κοινό χαρακτηριστικό τους. Επιζητούν να ανταποδώσουν το κακό που πιστεύουν ότι τους έχει γίνει από άλλους είτε πρόκειται για άτομα, οργανισμούς, σύνολα ή την κοινωνία. Κάνοντας εμπρησμό, νιώθουν ότι έχουν δύναμη και ότι είναι σε θέση να τιμωρούν αυτούς που θεωρούν ότι τους αδίκησαν.
Η διέγερση που αισθάνεται ο δράστης, είναι από τα συχνά κίνητρα που αναφέρονται σε εμπρηστές. Σε όλες τις ηλικίες, είτε πρόκειται για δράστες παιδικής και εφηβικής ηλικίας ή ενήλικες, το άναμμα της κακόβουλης φωτιάς και η επέκταση της, τους προκαλεί διέγερση και ρίγος. Μάλιστα αναφέρονται περιπτώσεις αυτού του τύπου όπου ο εμπρηστής στη συνέχεια θέλει να εμπλακεί ενεργά στην κατάσβεση και να εκτιμηθεί ή να επαινεθεί για τη συμβολή του στην κατάσβεση της πυρκαγιάς που προκάλεσε (“πράξη ήρωα”).
Το κέρδος, έχει θεωρηθεί σε πολλές περιπτώσεις σε διάφορες χώρες, ως το συχνότερο κίνητρο των εμπρηστών. Στη βιβλιογραφία αναφέρονται εμπρηστές σε διάφορους επαγγελματικούς τομείς όπως για παράδειγμα αυτούς της ανάπτυξης γης, στον ασφαλιστικό κλάδο, στην ενοικίαση εξοπλισμού πυρόσβεσης, κυνηγούς ή πυροσβέστες. Αναφέρεται η περίπτωση υψηλόβαθμου Ισπανού πυροσβέστη που πριν λίγα χρονια βρέθηκε ένοχος εμπρησμών που σάρωσαν καταστροφικά την Ισπανία και Πορτογαλία και οποίος έδρασε λόγω προβλημάτων μετάθεσης.
Η ανάλυση της συμπεριφοράς των εγκληματιών, μπορεί να βοηθά τους πυροσβέστες, τους ανακριτές και άλλους αρμόδιους να διαλευκάνουν τα εγκλήματα εμπρησμού. Ο εμπρησμός είναι έγκλημα πολύ δύσκολο να ανιχνευθεί και να διερευνηθεί. Επίσης πολύ δύσκολη είναι η σύλληψη και καταδίκη εμπρηστών.
Είναι σημαντικό να γίνεται η διαφοροποίηση μεταξύ κάποιου που έχει κάνει μόνο μία φορά για κάποιο λόγο ένα εμπρησμό και αυτού που είναι εμπρηστής κατ’ επανάληψη. Επίσης υπάρχει διαφορά μεταξύ του πυρομανούς και του εμπρηστή.
Ο πυρομανής αισθάνεται μια παθολογική, ακατανίκητη τάση να βάζει φωτιά. Αντίθετα, ο εμπρηστής δεν έχει την ίδια καταναγκαστική συμπεριφορά. Γνωρίζει πολύ καλά τι κάνει, αντιλαμβάνεται τις συνέπειες των πράξεων του αλλά παρόλα αυτά επιλέγει να κάνει τον εμπρησμό. Ακόμη και ο φόβος της σύλληψης και καταδίκης του, δεν αποτελεί για αυτόν αποτρεπτικό παράγοντα.
Σύμφωνα με Αυστραλούς ερευνητές που μελέτησαν επισταμένα εμπρηστές, δεν είναι τόσο το άναμμα της φωτιάς που τους προκαλεί ευχαρίστηση αλλά πολύ περισσότερο τα επακόλουθα του εμπρησμού. Μπορεί να παραμένουν επι τόπου για να παρακολουθούν τα προβλήματα και το χάος που προκάλεσαν. Μπορεί επίσης να επανέλθουν πίσω αργότερα για να δουν αυτά που προκάλεσαν αισθανόμενοι έτσι ένα είδος δύναμης.
Αναλύοντας το ιστορικό των εμπρηστών, οι Αυστραλοί ερευνητές αναφέρουν ότι συχνά υπάρχει οικογενειακή δυσλειτουργία, κάποτε δεν υπάρχει ο ένας ή και οι δύο γονείς ή ακόμη αντίθετα υπάρχει ακραία μορφή πειθαρχίας που φτάνει σε σημείο κακοποίησης. Σε μερικούς εμπρηστές υπάρχει κατά την παιδική ηλικία ιστορικό φυγής από την οικογένεια και από το σχολείο (σκασιαρχείο).
Είναι βέβαια αδύνατο με βάση τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας να αναγνωρισθεί ένας εμπρηστής. Δεν υπάρχουν διαγνωστικά τεστ που να επιτρέπουν την ασφαλή διάγνωση των εμπρηστών. Όμως στις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Νέα Ζηλανδία, με τη βοήθεια ειδικά διασκευασμένων ερωτηματολογίων, γίνονται προσπάθειες αναγνώρισης ορισμένων τύπων συμπεριφοράς που μπορεί να προαναγγέλλουν πιθανά προβλήματα.
Επισημαίνεται από ερευνητές ότι συχνά οι εμπρηστές, δεν έχουν ως πρόθεση να προκαλέσουν θανάτους. Ωστόσο όταν ανάβουν εσκεμμένα μια κακόβουλη φωτιά δεν είναι σε θέση να γνωρίζουν όλες τις συνέπειες της εγκληματικής τους πράξης.
Πηγή: medlook.net