Δυο σκηνοθέτες με διαφορετικές ιδεολογίες, μπορούν να αφηγηθούν το ίδιο περιστατικό και να μας παρασύρουν να συμπαθήσουμε ανάλογα, το θύμα ή τον θύτη.
Άλλωστε κάθε βράδυ στις τηλεοράσεις μας “σκοτώνονται” δεκάδες κομπάρσοι ή “κακοί”, χωρίς να μας στεναχωρεί, αφού για μας πάνω από όλα εκείνο που μετρά είναι η ζωή του πρωταγωνιστή! Η οπτική γωνία επομένως, από την οποία βλέπουμε κάθε γεγονός, έχει αποφασιστική σημασία για τον τρόπο που το βιώνουμε υποκειμενικά.
Έτσι και με την καραντίνα, στην αρχή όλοι αισθανθήκαμε ότι αυτό που μας επιβλήθηκε δεν διέφερε και πολύ από μια φυλακή. Μια φυλάκιση με “βραχιολάκι”, στο σπίτι μας. Και όχι μόνο αυτό, αλλά παράλληλα διαπιστώσαμε ότι γύρω μας απλώθηκε ένα δίχτυ παρακολούθησης, ένα δίκτυο επιβολής, από το οποίο κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει.
Επιπλέον η καραντίνα μας είναι μια φυλακή, που κανείς δεν ξέρει πότε θα λήξει. Μια φυλακή που η διάρκειά της εξαρτάται, όχι από εμάς και τις πράξεις ή τις παραλήψεις μας, αλλά αποκλειστικά από την διάθεση του “δικαστή”, που μας την επέβαλε. Και βέβαια στην θέση του “δικαστή”, άλλοι βλέπουν τον απειλητικό ιό, άλλοι αυτούς που τον κατασκεύασαν, κατά τις θεωρίες συνωμοσίας που πιστεύουν, ενώ κάποιοι ακόμα και την κυβέρνηση και τα όργανά της.
Καθόμαστε στο σπίτι μας, φοβισμένοι και περιμένουμε υπομονετικά να αποφασιστεί η ποινή μας, ενώ μέσα μας όλοι έχουμε ένα αίσθημα αδικίας. Αναρωτιόμαστε γιατί αυτή η τιμωρία; Αφού εμείς δεν κάναμε τίποτε κακό. Τίποτε που να προκάλεσε αυτό το μεγάλο κακό. Γιατί λοιπόν μας τιμωρούν με αυτό τον τρόπο;
Το καλό όμως είναι ότι δεν είμαστε μόνοι εμείς, που πληρώνουμε για την αμαρτία άλλων. Όλος ο κόσμος πληρώνει. Κανένας δεν έμεινε έξω από τον χορό. Και το γεγονός αυτό η αλήθεια είναι ότι μας δίνει μια μεγάλη ανακούφιση. Θυμόμαστε άλλωστε από την παιδική μας ηλικία, ότι όταν στην σκανδαλιά συμμετείχαν περισσότεροι, η τιμωρία μας, είχε πιο γλυκιά γεύση. Έτσι και τώρα, η γενική αποδοχή της απουσίας ατομικής μας ευθύνης, για τα δεινά που περνάμε, μας προστατεύει από την κατάθλιψη, τις τύψεις και τις ενοχές.
Και σε αυτό η σημερινή μας δοκιμασία διαφέρει από την πρόσφατη οικονομική κρίση, που έπληξε την χώρα μας. Τότε κάποιοι από μας αισθάνθηκαν υπεύθυνοι για τις οικονομικές επιλογές τους και οι πιο ευαίσθητοι μάλιστα εμφάνισαν συμπτώματα κατάθλιψης. Αντίθετα τώρα, μαθαίνουμε στις ειδήσεις αυτά που γίνονται στον υπόλοιπο κόσμο και αισθανόμαστε ανακούφιση που αυτή η καταιγίδα, μας βρήκε στην Ελλάδα, στο σπίτι μας.
Έτσι σιγά σιγά αντιλαμβανόμαστε ότι η καραντίνα μπορεί να είναι και μια προστατευτική αγκαλιά για εμάς. Μια αγκαλιά που μας προστατεύει από έναν ύπουλο εχθρό που μας επιβουλεύεται, αλλά που εμείς δεν μπορούμε να δούμε. Μια αγκαλιά, μέσα στην οποία θα ήταν καλό να μείνουμε, όσο το δυνατό περισσότερο. Μια αγκαλιά από την οποία, όταν βγούμε καλό θα ήταν να έχει περάσει η καταιγίδα.
Καθόμαστε λοιπόν αποφασισμένοι μέσα στο σπίτι μας και περιμένουμε με υπομονή να δούμε όχι απλά πότε θα κοπάσει η βροχή, αλλά πότε θα βγει το ουράνιο τόξο. Και όσο πιο γρήγορα αποδεχτούμε αυτή την λογική, τόσο λιγότερο ψυχικό κόστος θα έχει ο περιορισμός της ελευθερίας μας.
Εξάλλου αυτή η οπτική γωνία, της προστατευτικής αγκαλιάς ή του καταφυγίου, μας βοηθά και στην αναγκαστική μας συμβίωση, με αυτούς που μοιραζόμαστε τον ίδιο χώρο. Δυο φοβισμένα παιδιά μοιράζονται με ευγνωμοσύνη, την αγκαλιά της μητέρας τους. Αν δεν υιοθετήσουμε αυτή την στάση, το αόριστο αίσθημα της αδικίας, μπορεί εύκολα να μας οδηγήσει στην εκτόνωση του, στα πρόσωπα που μας τριγυρίζουν.
Γνωρίζουμε άλλωστε ότι αν κλείσουμε σε ένα κλουβί δυο ζώα, στην αρχή μπορεί να τσακωθούν. Και μάλιστα οι πιθανότητες είναι μεγαλύτερες, όσο μικρότερο είναι το κλουβί. Όταν αργότερα το πάρουν απόφαση, ότι το μέλλον τους δεν θα αλλάξει, συνήθως βρίσκουν έναν τρόπο ειρηνικής συμβίωσης, όσο άγρια και αν είναι. Και εμείς λοιπόν στον αναγκαστικό εγκλεισμό μας, υποχρεωνόμαστε να βρούμε τρόπους συμβιβασμού και συνδιαλλαγής, αφού συνειδητοποιούμε ότι δεν υπάρχει διαθέσιμη “έξοδος κινδύνου”. Μάλιστα μερικές φορές αυτή η καραντίνα οδηγεί σε επανακαθορισμό σχέσεων, που κάτω από φυσιολογικές συνθήκες εύκολης απόδρασης, δεν θα είχε επιτευχθεί.
Ο άνθρωπος διαθέτει ανεξάντλητες προσαρμοστικές ικανότητες. Ο τρόπος που βλέπουμε τα γεγονότα γύρω μας, μπορεί να μας κάνει να ξεπεράσουμε ακόμα και τα χειρότερα σενάρια, χωρίς μεγάλο ψυχικό κόστος. Άλλωστε ας θυμηθούμε και την ευρηματική ταινία του Μπενίνι “η ζωή είναι ωραία”.
Παύλος Σακκάς Ομότιμος Καθηγητής Ψυχιατρικής ΕΚΠΑ Συγγραφέας του βιβλίου “Φάρμακα ψυχής”