Γράφει η Θεοχαρούλα Κοντούλη , Νεφρολόγος, Συνεργάτης Ιατρικού Π. Φαλήρου
H διαβητική νεφροπάθεια είναι μία συχνή και σοβαρή επιπλοκή του σακχαρώδη διαβήτη και αποτελεί την κύρια αιτία χρόνιας νεφρικής νόσου τελικού σταδίου στις ανεπτυγμένες χώρες.
Σε ποσοστό 20-30%, τα άτομα με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 και τύπου 2 θα αναπτύξουν διαβητική νεφροπάθεια 10-15 χρόνια από την έναρξη της νόσου. Η πρώιμη διάγνωση της διαβητικής νεφροπάθειας στηρίζεται στην ανίχνευση μικρών ποσών λευκωματίνης στα ούρα, που χαρακτηρίζονται ως μικρο- λευκωματινουρία και αποτελεί ανεξάρτ ητο παράγοντα κινδύνου καρδιαγγειακής νόσου σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη τύπου 1 ή 2. Ως μικρο- λευκωματινουρία ορίζεται η απέκκριση στα ούρα 30–300 mg λευκωματίνης το 24ωρο, σε 2 από 3 συλλογές ούρων σε χρονικό διάστημα 3–6 μηνών.
O παθοφυσιολογικός μηχανισμός της διαβητικής νεφροπάθειας είναι πολύπλοκος και περιλαμβάνει διάφορες μεταβολικές και αιμοδυναμικές διαταραχές, που υφίσταται ο νεφρόςμ καθώς και γενικότερα τη φλεγμονή των μικρών αγγείων του νεφρού. Οι σημαντικότεροι παράγοντες κινδύνου που ενοχοποιούνται στη διαβητική νεφροπάθεια είναι:
- Τα αυξημένα επίπεδα λευκωματινουρίας
- Το κάπνισμα
- Το άρρεν φύλο
- Η ηλικία
- Η υψηλή αρτηριακή πίεση
- Το χαμηλό ανάστημα
- Η μεγάλη διάρκεια σακχαρώδους διαβήτη
- Η αυξημένη LDL, τα τριγλυκερίδια
- Γενετικοί παράγοντες (οικογενειακό ιστορικό νεφροπάθειας, αρτηριακής υπέρτασης, ΑCE πολυμορφισμός)
Διάγνωση και κλινική προσέγγιση της διαβητικής νεφροπάθειας
Ένα διαβητικός, για να αποκλείσει το ενδεχόμενο να πάσχει από διαβητική νεφροπάθεια, θα πρέπει να προσδιορίσει την ποσότητα και την ανίχνευση της λευκωματίνης, συνήθως με συλλογή ούρων 24ώρου ή από ένα τυχαίο δείγμα ούρων.
Επίσης, θα πρέπει να μετρήσει την αρτηριακή του πίεση εάν είναι αυξημένη (>130/80mmHg) και να υποβληθεί σε εξέτασεις αίματος, για να προσδιοριστεί η τιμή της κρεατινίνης του ορού και να εκτιμηθεί ο ρυθμός της νεφρικής λειτουργίας. Ακόμα, θα πρέπει να επισκεδτεί τον οφθαλμίατρο, για να αποκλειστεί το ενδεχόμενο της διαβητικής αμφιβληστροειδοπάθειας, που σχετίζεται άμεσα με τη νεφροπάθεια από διαβήτη.
Οι οδηγίες για την πρόληψη και την θεραπεία της επιβεβαιωμένης διαβητικής νεφροπάθειας περιλαμβάνουν:
- Τον αυστηρό και εντατικοποιημένο έλεγχο σακχάρου αίματος με στόχο γλυκοζυλιωμένης αιμοσφαιρίνης (HbA1c< 7% )
- Τον αυστηρό έλεγχο της αρτηριακής πίεσης με στόχο την ΑΠ<130/80mmHg
- Τη χορήγηση αντιυπερτασικών φαρμάκων, που μειώνουν την λευκωματουρία όπως είναι οι αναστολείς μετατρεπτικού ενζύμου της αγγειοτενσi νης ή αναστολείς του υποδοχέα αγγειοτενσίνης ΙΙ
- Τον περιορισμό των λιπιδίων με τη χορήγηση στατινών, με στόχο LDL<100
- Τη μείωση των πρωτεϊνών από τη διατροφή (κρέας)
- Τη μείωση στο αλάτι που βάζουμε στο φαγητό
- Την ενίσχυση της σωματικής δραστηριότητας
- Τη διακοπή του καπνίσματος
- Τον περιορισμό του οινοπνεύματος
- Την απώλεια βάρους σε παχύσαρκα άτομα
- Την αποφυγή νεφροτοξικών παραγόντων, όπως αντιφλεγμονώδη φάρμακα ή σκιαγραφικά μέσα, που χορηγούνται σε απεικονιστικούς ελέγχους
Ο περιοδικός έλεγχος των διαβητικών ασθενών για την πιθανή ανεύρεση μίας πρώιμης νεφρικής βλάβης είναι απαραίτητος ,με σκοπό την έγκαιρη θεραπευτική παρέμβαση, ώστε να μειωθεί ο επιπολασμός της διαβητικής νεφροπάθειας.